Υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα που ανέδειξε το ελληνικό μπάσκετ την τελευταία εικοσαετία, αλλά οι τραυματισμοί στάθηκαν εμπόδιο.
Ο Ιωάννης Παπαπέτρου υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα που ανέδειξε το ελληνικό μπάσκετ την τελευταία εικοσαετία. Ένας παίκτης που έμαθε να δουλεύει σκληρά από μικρή ηλικία, ξεκινώντας από τις υποδομές του Ηλυσιακού και, ως μαθητής λυκείου, επιλέγοντας να μετακομίσει στις ΗΠΑ. Εκεί φοίτησε στη Florida Air Academy και στη συνέχεια στο Πανεπιστήμιο του Τέξας, χτίζοντας σταδιακά το κορμί και το αγωνιστικό του προφίλ.
Ξεκίνησε ως πλέι μέικερ, αλλά η απότομη σωματική του ανάπτυξη τον οδήγησε στη θέση «3». Το γεγονός αυτό τον βοήθησε να διατηρήσει τον καλό χειρισμό της μπάλας, αλλά και την αίσθηση περιφερειακού παίκτη, καθιστώντας τον έναν σύγχρονο αθλητικό φόργουορντ με εξαιρετική ικανότητα να παίζει «από έξω προς τα μέσα». Είχε όλα τα καλά εφόδια για να λάμψει στο άμεσο μέλλον. Η νέα ελπίδα του ελληνικού μπάσκετ.
,fit(:160))
17:52 - 22.06.2025
Ιωάννης Παπαπέτρου: Όταν άφησε τον Ολυμπιακό για τον Παναθηναϊκό
Ο Ιωάννης Παπαπέτρου «δέθηκε» με τον Ολυμπιακό, αλλά το 2018 αποφάσισε να συνεχίσει στον Παναθηναϊκό ψάχνοντας ενεργό ρόλο και το «τριφύλλι» έγινε το... λιμάνι του.
Το καλοκαίρι του 2013, σε ηλικία μόλις 19 ετών, αποκτήθηκε από τον Ολυμπιακό, με την ομάδα να επενδύει στο ταλέντο και την προοπτική του. Σε αρκετά παιχνίδια παρουσίασε σημάδια ξεχωριστής ποιότητας. Είχε αγωνιστικό θράσος, έπαιρνε αποφάσεις, υπήρχαν ματς στα οποία πρωταγωνίστησε, όμως στην πενταετία του στο ΣΕΦ δεν κατάφερε ποτέ να εδραιωθεί ως βασικός πυλώνας της ομάδας. Οι επαναλαμβανόμενοι τραυματισμοί αποτέλεσαν σημαντικό εμπόδιο στην εξέλιξή του.
Οι ατυχίες με τους τραυματισμούς φάνηκαν με το... καλημέρα. Τον Οκτώβριο του 2013 υπέστη διπλό κάταγμα στη μύτη, ενώ έναν χρόνο αργότερα, στη διάρκεια της προετοιμασίας, τραυματίστηκε σοβαρά (κάταγμα) στην περόνη, με αποτέλεσμα να χάσει μεγάλο μέρος της σεζόν. Στην πορεία, άλλοι μικροί και μεγάλοι τραυματισμοί συνέχισαν να διακόπτουν την αγωνιστική του σταθερότητα, δυσκολεύοντάς τον να βρει ρυθμό, ειδικά μέσα σε ένα ρόστερ γεμάτο από καταξιωμένους παίκτες.
Η αίσθηση ήταν πάντα πως πρόκειται για έναν εξαιρετικά προικισμένο παίκτη, που δεν κατάφερε να αναδείξει το σύνολο των δυνατοτήτων του με τη φανέλα του Ολυμπιακού. Ο ίδιος, στις προσωπικές του αξιολογήσεις, δεν έκρυβε πως αναγνώριζε και δικές του ευθύνες, όμως κατανοούσε ότι οι συνθήκες και οι συνεχείς ατυχίες δεν του επέτρεψαν να εκφραστεί πλήρως. Παρ’ όλα αυτά, κατά την πενταετία του στον Ολυμπιακό, πανηγύρισε δύο πρωταθλήματα Ελλάδας (2015, 2016) και συμμετείχε σε δύο τελικούς EuroLeague (2015, 2017).
Η μετακίνησή του στον Παναθηναϊκό, το καλοκαίρι του 2018, αποτέλεσε την αρχή μιας πιο ώριμης και της ίσως πιο «γεμάτης» περιόδου στην καριέρα του. Εκεί βρήκε τον ρόλο που αναζητούσε, απέκτησε πρωταγωνιστικό χαρακτήρα και άρχισε να αποδίδει με σταθερότητα σε υψηλό επίπεδο. Και πάλι, όμως, οι τραυματισμοί δεν τον άφησαν εντελώς ανεπηρέαστο, θέτοντας αναγκαστικές παύσεις στην πορεία του. O τελευταίος του σοβαρός τραυματισμός στο γόνατο, από τον οποίο δεν κατάφερε να συνέλθει ουσιαστικά ποτέ, έβαλαν «φρένο» στην αγάπη του για το μπάσκετ μόλις στα 31 του χρόνια.
Με τη φανέλα του Παναθηναϊκού κατέκτησε τέσσερα πρωταθλήματα (2019, 2020, 2021, 2024), καθώς και την πολυπόθητη EuroLeague το 2024, στο Final Four του Βερολίνου. Ήταν MVP των τελικών της Α1 και του Κυπέλλου το 2021, ενώ έχει αναδειχθεί και καλύτερος νέος παίκτης της Basket League το 2016 με τον Ολυμπιακό. Το 2023, στο πέρασμά του από την Παρτιζάν, πανηγύρισε και τον τίτλο της Αδριατικής Λίγκας.
Ο Ιωάννης Παπαπέτρου ήταν για χρόνια ένα από τα «next best thing» του ελληνικού μπάσκετ. Ένας αθλητικός φόργουορντ με ύψος 2.05, ικανός να ντριμπλάρει, να διεισδύει, να σουτάρει, να πασάρει και να καλύπτει με άνεση τρεις διαφορετικές θέσεις στο παρκέ. Το πακέτο του ήταν τέτοιο, που δημιούργησε μεγάλες προσδοκίες, με αρκετούς να τον φαντάζονται ανάμεσα στους κορυφαίους της EuroLeague.
Δεν έφτασε ως εκεί, και πιθανώς δεν είδαμε ποτέ το απόλυτο αγωνιστικό του ταβάνι. Όμως, το ταξίδι του ήταν τίμιο, σκληρό, γεμάτο εμπόδια και νίκες – και κυρίως, γεμάτο προσπάθεια. Έπεσε και σηκώθηκε ξανά και ξανά, απέναντι σε τραυματισμούς, αμφισβήτηση, πίεση και προσωπικές προκλήσεις. Κι αυτό τον καθιστά, αν όχι τον απόλυτο αστέρα που προσδοκούσε το κοινό, σίγουρα μια ξεχωριστή και αξιοσέβαστη μορφή για το ελληνικό μπάσκετ.
Ίσως ένα από τα πιο χαρακτηριστικά «what if» της σύγχρονης εποχής. Αλλά σίγουρα, και ένα από τα πιο τίμια.