Πώς κατάφερε μια στιγμή στο ποδόσφαιρο να αλλάξει τη νοοτροπία μιας ολόκληρης χώρας στο συγκεκριμένο άθλημα
Το καλοκαίρι του 2004 αποτέλεσε ένα σημείο καμπής για το ελληνικό ποδόσφαιρο. Η κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος από την εθνική μας ομάδα στην Πορτογαλία δεν ήταν μόνο ένας αθλητικός θρίαμβος στο στοιχημα λαιβ, αλλά και ένα γεγονός που άλλαξε την εικόνα των φιλάθλων, τη θέση της Ελλάδας στον παγκόσμιο ποδοσφαιρικό χάρτη και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το ίδιο το παιχνίδι. Για να κατανοήσουμε όμως τη σημασία που είχε η νίκη αυτή, πρέπει να συγκρίνουμε την κατάσταση πριν και μετά από εκείνο το ιστορικό καλοκαίρι.
Το ελληνικό ποδόσφαιρο μέχρι και τις αρχές του 21ου αιώνα χαρακτηριζόταν από τεράστιες αντιθέσεις. Σε συλλογικό επίπεδο, υπήρχαν ομάδες με ιστορία και φανατικό κοινό, αλλά το επίπεδο των διοργανώσεων πολλές φορές υποβαθμιζόταν από πολύ κακές υποδομές, βίαια επεισόδια στα γήπεδα αλλά και διοικητικά προβλήματα. Η εθνική ομάδα, από την άλλη μεριά, είχε ελάχιστες διεθνείς επιτυχίες, μόλις μία συμμετοχή σε τελική φάση Μουντιάλ το 1994 και μία στο Euro το 1980. Η έλλειψη συνέπειας και προγράμματος είχε δημιουργήσει την αίσθηση ότι η Ελλάδα ήταν καταδικασμένη να βρίσκεται πάντα στη «μεσαία κατηγορία» της Ευρώπης στο ζωντανό στοίχημα.
Η έλευση του Ότο Ρεχάγκελ στην τεχνική ηγεσία άλλαξε μια για πάντα τη φιλοσοφία που είχε η εθνική μας ομάδα. Με απόλυτη πειθαρχία, ομαδικότητα και εξαιρετική αφοσίωση στο πλάνο, οι Έλληνες παίκτες ξεπέρασαν κάθε προσδοκία. Οι νίκες επί της Πορτογαλίας, της Γαλλίας και της Τσεχίας, και βέβαια ο θρίαμβος στον τελικό με το γκολ του Χαριστέα, δεν ήταν μόνο αγωνιστικά επιτεύγματα. Αποτέλεσαν μια συλλογική εμπειρία που έφερε κοντά τον ελληνικό λαό και έδειξε ότι τίποτα δεν είναι αδύνατο.
Η κατάκτηση του Euro έφερε μια άλλη δυναμική στο άθλημα. Τα ελληνικά γήπεδα γέμισαν και πάλι, οι νεαροί παίκτες ονειρεύονταν μια καριέρα στο εξωτερικό και η χώρα μας απέκτησε σεβασμό από το διεθνές ποδοσφαιρικό στερέωμα για πρώτη φορά στα χρονικά. Η εθνική ομάδα συμμετείχε σε τρεις ακόμα μεγάλες διοργανώσεις (Euro 2008, Μουντιάλ 2010, Euro 2012), φτάνοντας μάλιστα μέχρι και τα προημιτελικά του Euro 2012 και τη φάση των «16» του Μουντιάλ 2014.
Παρ’ όλα αυτά, η επιτυχία δεν αξιοποιήθηκε όπως έπρεπε. Οι δομικές αδυναμίες του ελληνικού ποδοσφαίρου, η διαφθορά, κακοδιοίκηση, βία στα γήπεδα και τα οικονομικά προβλήματα συλλόγων εξακολούθησαν να αποτελούν πηγές προβλήματος για το αγαπημένο άθλημα. Το επίπεδο των εγχώριων διοργανώσεων παρέμεινε στάσιμο και οι ομάδες δύσκολα έκαναν το έξτρα βήμα στην Ευρώπη. Δυστυχώς, η «κληρονομιά» που μας άφησε το Euro 2004 δεν μετουσιώθηκε σε ουσιαστική αναβάθμιση των υποδομών και του ποδοσφαιρικού προϊόντος.
Το Euro 2004 απέδειξε ότι η Ελλάδα έχει την ικανότητα να διακριθεί όταν επενδύει στη συλλογικότητα, στη σωστή οργάνωση και στην προσήλωση με ένα κοινό στόχο. Το ζητούμενο όμως σήμερα, είναι να αξιοποιηθεί αυτό το δίδαγμα σε θεσμικό επίπεδο στους stoixima agwnes. Να αναβαθμιστούν οι ακαδημίες, να ενισχυθεί η αξιοπιστία των διοργανώσεων και να μπει ένα φρένο στη βία και την καχυποψία. Μόνο έτσι θα μπορέσει να αναγεννηθεί το ελληνικό ποδόσφαιρο και να ξαναβρεί τον δρόμο του στις μεγάλες στιγμές.
Το καλοκαίρι του 2004 θα είναι για πάντα ένας «οδηγός» για το τι μπορεί να κατορθώσει η Ελλάδα. Το στοίχημα είναι αν θα τολμήσει να μεταμορφώσει αυτή την ανάμνηση σε μια συνεχή πραγματικότητα.