Με την ψυχή του γεμάτη περηφάνεια
i

©intime

Με την ψυχή του γεμάτη περηφάνεια

Αλέξης Σαββόπουλος 14:00 - 25.03.2024 / Ανανεώθηκε: 14:03 - 25.03.2024

Ο Αλέξης Σαββόπουλος γράφει για τα 110 χρόνια ζωής του Άρη και τα ιδανικά που πρεσβεύει ο ιστορικός σύλλογος της Θεσσαλονίκης.

110 χρόνια ιστορίας συμπληρώνει, ανήμερα της μεγάλης εορτής του έθνους αλλά και του χριστιανισμού, ο Άρης Θεσσαλονίκης. Ένας σύλλογος που σημάδεψε την αθλητική και πολιτιστική ιστορία καταρχάς της γενέτειράς του, της Θεσσαλονίκης, και στη συνέχεια όλης της Ελλάδας.

Στα 43 καταστατικά άρθρα ιδρύσεως ξεχωρίζει το 2οόπου αναφέρει «Σκοπός του συλλόγου εἶναι ἡ ἐκγύμνασις ἰσχυρᾶς ὁμάδος ἀποτελουμένης ἐκ πασών τῶν κοινωνικῶν τάξεων», κάτι που τήρησε ευλαβικά ο σύλλογός από την ημέρα ίδρυσής του. Και αν σήμερα κάτι τέτοιο θεωρείται αυτονόητο, στην πολυπολιτισμική Θεσσαλονίκη του 1914 προφανώς και δεν ήταν, απόδειξη και αυτή ότι ο Άρης ως σύλλογος ιδρύθηκε για να ενώσει.

Και δεν είναι το μοναδικό θετικό αποτύπωμα του Συλλόγου στον αθλητισμό. Η λειτουργία το 1945 του Εντευκτηρίου - Λέσχης του Άρη στο νεοκλασικό της Βασιλίσσης Όλγας 30 αποτέλεσε ουσιαστικά τον πρώτο οργανωμένο πυρήνα φιλάθλων μιας ομάδας στην Ελλάδα. Ο υπέροχος και ξεχωριστός ύμνος – εμβατήριο του Συλλόγου σε μουσική του ιταλικής καταγωγής Σεκόντο Ποζέλι και ενορχήστρωση του Αιμιλίου Ριάδη, του πολυβραβευμένου (και με το Εθνικό Βραβείο Τέχνης και Επιστήμης το 1923) και διεθνούς εμβέλειας Έλληνα συνθέτη που το όνομά του φέρει τόσο η κεντρική αίθουσα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης όσο και αυτή του Μεγάρου Μουσικής, ένας ύμνος που παρατίθεται αυτούσιος στο τέλος του κειμένου και που στο άκουσμά του ζωντανεύει μια άλλη Θεσσαλονίκη, μια άλλη εποχή.

Ακόμη και η έδρα του ποδοσφαιρικού τμήματος, το Κλεάνθης Βικελίδης, έργο του περίφημου αρχιτέκτονα Ρίτσαρντ Ρότζερς, του αρχιτέκτονα του κέντρου Ζορζ Πομπιντού στο Παρίσι, του Millennium Dome στο Λονδίνο, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο και άλλων εμβληματικών κτηρίων παγκοσμίως.

Ένας Σύλλογος των 269 τίτλων σε διάφορα αθλήματα, από το ποδόσφαιρο, το μπάσκετ, το βόλεϊ το χάντμπολ και το πόλο, μέχρι την πυγμαχία, την ξιφασκία, την άρση βαρών, το τζούντο και την ιστιοπλοΐα, σταθερά στην πρώτη τριάδα πανελληνίως σε αριθμό εγγεγραμμένων αθλητών σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει το αρμόδιο υπουργείο.

Τα παραπάνω είναι κάποια ελάχιστα από τα ορόσημα του τεράστιου αυτού Συλλόγου ο οποίος προσέφερε και προσφέρει στον ελληνικό αθλητισμό και αγαπήθηκε και πέρα από τις συλλογικές προτιμήσεις. Ανυπέρβλητη στιγμή στην ιστορία του παγκόσμιου αθλητισμού η 23ηΜαρτίου 1988 όταν σε φιλικό ποδοσφαιρικό αγώνα στο ΟΑΚΑ μεταξύ Ελλάδας και Ρωσίας αυθόρμητα οι Έλληνες θεατές ενώθηκαν υπό την ιαχή ΑΡΗΣ, ΑΡΗΣ, κάτι σαν καλή επιτυχία στον Άρη του Γκάλη και του Γιαννάκη, του Άρη όλων των Ελλήνων, που δέκα ημέρες αργότερα θα ρίχνονταν στη μάχη του Final 4 της Γάνδης.

Κάποια χρόνια νωρίτερα, στις 26/12/1984 η εθνική μας ομάδα του μπάσκετ κέρδισε την Ρουμανία στο γήπεδο του Σπόρτιγκ αγωνιζόμενη σε κάποια στιγμή του αγώνα με την πεντάδα του Άρη. Άλλωστε αυτά και άλλα τόσα οδήγησαν στην αναγνώριση εκείνης της ομάδας μπάσκετ του Άρη ως της καλύτερης ομάδας στην Ελλάδα, ανεξαρτήτως αθλήματος, για τον 20ό αιώνα. Στιγμές του παρελθόντος που εξαιρετικά απίθανο θα επαναληφθούν από οποιαδήποτε ομάδα στο μέλλον.

Παρόλα αυτά όμως, τα μεγαλύτερα παράσημα αυτού του Συλλόγου είναι έξω από τους αγωνιστικούς χώρους. Θέλοντας να περιγράψω τη μοναδική σχέση του Αρειανού με το σύλλογό του, αυτήν τη σχεδόν μυσταγωγική σχέση άνευ όρων αφοσίωσης και αγάπης με περιορισμένη αγωνιστική ανταπόδοση, μου έρχονται στο μυαλό οι στίχοι του αείμνηστου Αντώνη Βαρδή «Που να εξηγώ τι κατά βάθος είμαι εγώ…».

Αλήθεια, πώς μπορεί να εξηγήσει κανείς και με ποιες λέξεις το συναίσθημα που πηγάζει από την ψυχή του Αρειανού για την ομάδα του; Ένας Σύλλογος που παραμένει επί δεκαετίες στα δημοφιλή αθλήματα μακριά από κάποιον τίτλο, που θεωρητικά αναθερμαίνει τη σχέση οπαδού και Συλλόγου, παρόλα αυτά κατορθώνει να απολαμβάνει την αμέριστη στήριξη, προστασία και αφοσίωση του λαού του.

Είναι στιγμές που θαρρείς πως ο Αρειανός κατορθώνει εκ των ενόντων να εντοπίζει την αιτία να παραμείνει πιστός στα χρώματα και στο σήμα του Θεού του Πολέμου, σαν μια εσωτερική δύναμη να αναβλύζει και να ενισχύει ένα δεσμό ο οποίος σφυρηλατείται μέσα από τις δύσκολες στιγμές οι οποίες σαφώς υπερτερούν των ευχάριστων.

Η δημοσιογραφική πένα πάντοτε θα υπολείπεται του συναισθήματος και θα αδυνατεί να περιγράψει τη σχέση του Αρειανού με την ομάδα του, ανεξαρτήτως αθλήματος. Άλλωστε, ποιος καλύτερος για να περιγράψει αυτή τη σχέση από τον ίδιο τον λαό και τον τρόπο που εκφράζεται μέσα από τα συνθήματά του. Ας μιλήσει ο ίδιος ο λαός λοιπόν:

«Όσο θα ζω, χιλιόμετρα θα γράφω και τραγουδώ, πως δεν σε άφησα στα δύσκολα, σε ακολούθησα παντού πιστά, ισόβια και εγώ στην κερκίδα μαζί, ακόμα και αν πεθάνω θα είμαι εκεί, ούτε ο θάνατος είναι αρκετός, ούτε εκεί θα είσαι μοναχός». «Καψούρα μου μεγάλη, για εσένα ήρθα πάλι εδώ και τραγουδώ, και για πάντα θα είσαι η ζωή μου ,η πιο γλυκιά στιγμή μου ,το άλλο μου μισό».

Τι παραπάνω χρειάζεται να προσθέσει κανείς από τα παραπάνω συνθήματα που δονούν κάθε γήπεδο που αγωνίζεται ο Θεός του Πολέμου;

Χρόνια Πολλά λοιπόν στον Σύλλογο που κατόρθωσε να απαγκιστρώσει την ύπαρξη και μακροημέρευσή του από τους τίτλους, που κατόρθωσε μέσα από τις συμπληγάδες των δικών του, πρωτίστως διοικητικών, λαθών να επιβιώσει και να ανακάμψει, στον Σύλλογο που ευθύνεται για δεκάδες χαμένα «στοιχηματικά» σπίτια τα τελευταία χρόνια και που ξευτέλισε (κυριολεκτικά όμως) την κακόβουλη και υποκινούμενο λιβελογραφία, στον Σύλλογο που επιμένει ανεξάρτητος, ανένταχτος, κιμπΑΡΗΣ και περήφανος να πορεύεται στο δρόμο του, τον δικό του δρόμο, ωσάν τον μυθικό ήρωα που καταδικασμένος να κουβαλάει το δικό του βράχο, με την ψυχή του γεμάτη περηφάνεια, υπομένει τις ατυχίες, προσδοκώντας τη στιγμή της νίκης-δικαίωσης…

Έτσι άλλωστε ακριβώς τα περιγράφει και ο ύμνος του Συλλόγου, που αποτέλεσε και έμπνευση του τίτλου του παρόντος… «Γίγα αετέ, με την ψυχή σου γεμάτη περηφάνια, πάντα θα φορείς του νικητού τα αμάραντα στεφάνια, και τη δόξα σου, κανείς ποτέ δεν θα την πάρει, είσαι το παιδί της νίκης Μακεδόνα Άρη…»