Πουλάς κι ας φωνάζει όποιος θέλει: Τι (απ)έδειξαν οι περιπτώσεις Καμαρά και Σισέ στον Ολυμπιακό

Μαντί Καμαρά και Αμπού Σισέ

i

© Intime

Πουλάς κι ας φωνάζει όποιος θέλει: Τι (απ)έδειξαν οι περιπτώσεις Καμαρά και Σισέ στον Ολυμπιακό

Η Ρόμα δεν θα κάνει χρήση της ρήτρας αγοράς του Μαντί Καμαρά, που επιστρέφει στον Ολυμπιακό και αυτομάτως γίνεται ένα «πρόβλημα» για τον Κορδόν. Τόσο η περίπτωση του 26χρονου μέσου, όσο και αυτή του Σισέ κρύβουν μια πικρή αλήθεια. Γράφει ο Γιώργος Περπερίδης.

Το καλοκαίρι του 2018 ο Ολυμπιακός έφερε στην Ελλάδα τον άσημο Μαντί Καμαρά από την Αζαξιό. Μια μεταγραφή που στοίχισε μετά βίας 0,5 εκατ. ευρώ. Ο Πέδρο Μαρτίνς τον ξεχώρισε από την πρώτη στιγμή, του έδωσε φανέλα βασικού, τον «μπέτωσε» στο χορτάρι. Και ο 21χρονος τότε Μαντί έδειξε με το «καλημέρα» πως έχει τις προδιαγραφές να εξελιχθεί σε πραγματικό... λαυράκι. 

Όπερ και εγένετο, καθώς ο Αφρικανός μέσος πρωταγωνίστησε σε μια ονειρική περίοδο που ακολούθησε για τους Πειραιώτες. Και η οποία εκτός από τίτλους, είχε σπουδαίες ευρωπαϊκές προκρίσεις κόντρα σε ομάδες - ελίτ της γηραιάς ηπείρου. Πάνω στην διετία, ο Ολυμπιακός είχε την ευκαιρία να πουλήσει τον παίκτη, καθώς δέχτηκε προτάσεις που κυμαίνονταν από 12 μέχρι και 15 εκατ. ευρώ. Δεν το έκανε. Και από εκείνο το σημείο ξεκίνησε μια σταδιακή αγωνιστική κάθοδος του Αφρικανού διεθνή μέσου. 

Σε τέτοιο βαθμό, που πλέον ο Ολυμπιακός δεν είχε σοβαρές προτάσεις για την παραχώρηση του και «συμβιβάστηκε» με την μεταγραφή του παίκτη στη Ρόμα, υπό το καθεστώς δανεισμού με οψιόν αγοράς. Κίνηση στην οποία οι «τζαλορόσι» δεν πρόκειται να προχωρήσουν. Η επιστροφή του Καμαρά στου Ρέντη μοιάζει δεδομένη και γίνεται ένα επιπλέον «πρόβλημα» για τον Αντόνιο Κορδόν. Το συμβόλαιο του Αφρικανού με τον Ολυμπιακό ολοκληρώνεται το 2024, επομένως είτε πρέπει να γίνει επέκταση αυτό το καλοκαίρι, είτε να πουληθεί. 

Ποια είναι τα δύο βασικά ερωτήματα; α) Αν ο Καμαρά θέλει πραγματικά να ξαναπαίξει στη Super League και β) ποια τιμή μπορεί να πιάσει πλέον ο Ολυμπιακός αν «υποχρεωθεί» να βρει αγοραστή. Αυτή που μπορούσε να καρπωθεί όταν ο παίκτης έκανε limit up πάντως, αποκλείεται...

Με παρόμοιο τρόπο την είχε πατήσει ο Ολυμπιακός και στην περίπτωση του Παπ Αμπού Σισέ. Όταν η Άουγκσμπουργκ τον Ιανουάριο του 2019 «χρύσωνε» τους Πειραιώτες με 18(!) εκατ. ευρώ αλλά η πρόταση απορρίφθηκε. Λίγους μήνες αργότερα άρχισε η κατιούσα και για τον Σενεγαλέζο στόπερ, που πήγε δανεικός με οψιόν αγοράς στη Σεντ Ετιέν. Που επίσης -όπως η Ρόμα με τον Καμαρά- δεν την ενεργοποίησε ποτέ. Και τώρα; Ο Σισέ έχει πάψει να λογίζεται ως βασικός από τον περασμένο Οκτώβρη, το συμβόλαιο του ολοκληρώνεται τον Ιούνιο του 2024 και αν ο Ολυμπιακός μπει στη λογική της πώλησης του το φετινό καλοκαίρι θα είναι θαύμα να πάρει έστω και 3 εκατ. ευρώ...

Οι δύο αυτές περιπτώσεις είχαν ισάριθμες κοινές συνισταμένες. Η μια είχε να κάνει με το γεγονός πως ο Ολυμπιακός πίστεψε πως μπορούσε με μια χρονιά ακόμη να τους πουλήσει ακόμη πιο ακριβά. Η άλλη είχε να κάνει με τις φωνές του κόσμου. Που εξακολουθεί να πιστεύει πως σε αυτές τις περιπτώσεις ο Ολυμπιακός έχει επιλογή: Στην πραγματικότητα δεν έχει

Οι πωλήσεις των Μαζουακού, Μιραλάς, Μήτρογλου, Βάις, Σάμαρη, Γκιλιέρμε, Μιλιβόγεβιτς, Ιντέγε, Ρέτσου, Μανωλά, Τσιμίκα, Σα και Ποντένσε που είχαν προηγηθεί επί προεδρίας Μαρινάκη, είχαν δημιουργήσει μια ψευδαίσθηση στον κόσμο: Ότι Ολυμπιακός και Μαρινάκης «βιάζονται» να πουλήσουν δίχως να υπολογίζουν το αγωνιστικό καλό της ομάδας. «Μην βρούμε έναν καλό παίκτη, σε 1-2 σεζόν αμέσως να τον πουλήσουμε», ήταν το μότο. Σε καθαρά αγωνιστική βάση, ναι, οι αντιδράσεις είχαν και έχουν λογική. Μια λογική όμως που παίζει μπουνιές με την πραγματικότητα και βγαίνει νοκ άουτ με συνοπτικές διαδικασίες.

Και η πραγματικότητα είναι πως όχι ο Ολυμπιακός -ή οποιαδήποτε ελληνική ομάδα μπορεί να αντιμετωπίσει μια τέτοια κατάσταση- αλλά το ελληνικό πρωτάθλημα ως προϊόν συνολικά, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποτελέσει στόχο ζωής και θελκτικό προορισμό για έναν παίκτη με φιλοδοξίες. Αγωνιστικές ή... οικονομικές. Το ταβάνι είναι συγκεκριμένο. Και δεν μπορούμε καν να μπούμε σε κουβέντα για το αν και πότε μπορεί αυτό να αλλάξει. Δεν είναι θέμα κάθε ομάδας ξεχωριστά, αλλά κάτι συνολικό και σαφώς πιο περίπλοκο.

Όλοι αυτοί οι παίκτες λοιπόν, βλέπουν τον Ολυμπιακό ως το ιδανικό σκαλοπάτι για κάτι μεγαλύτερο. Πώς θα πείσεις τον κάθε Μαζουακού, Μιραλάς, Μήτρογλου, Βάις, Σάμαρη, Γκιλιέρμε, Μιλιβόγεβιτς, Ιντέγε, Ρέτσο, Μανωλά, Τσιμίκα, Σα ή Ποντένσε να πει «όχι» στην Premier League, την Serie A ή τα αμέτρητα λεφτά στην Αραβία; Τι θα του προσφέρεις; Την προοπτική κατάκτησης τίτλων; Τι αξία έχουν πέντε πρωταθλήματα Ελλάδας στο εξωτερικό; Πώς θα τον εμπνεύσεις; Με ένα... θαύμα που θα αφορά το Europa/Conference League; Της συμμετοχής έστω στους ομίλους του Champions League

Και για πόσο καιρό θα «κ@@@μπαρεύεις» με τέτοια έναν παίκτη που μπορεί ή τουλάχιστον πιστεύει πως έχει την ικανότητα να τα καταφέρει στο υψηλότερο επίπεδο; Ή να λύσει το οικονομικό του πρόβλημα; Έναν χρόνο, δύο; Μετά; Ή έχει κάποια αξία να κρατάς με το ζόρι έναν παίκτη στο ρόστερ; Είναι δυνατόν να περιμένεις μετά πως θα αποδίδει στο 100%, ότι θα βάζει τα πόδια του στη φωτιά; Ακόμη και εγωιστικά να το πάρεις, τι έχεις να κερδίσεις;

Δυστυχώς, ο top ρόλος που μπορεί να έχει το ελληνικό ποδόσφαιρο -εν προκειμένω ο Ολυμπιακός- αυτή την εποχή είναι αυτός του οχήματος μετάβασης σε ένα από τα κορυφαία πρωταθλήματα της Ευρώπης. Τίποτε περισσότερο. Ευχή είναι -και πιθανότατα τέτοια θα παραμείνει- αυτό ο συσχετισμός να αλλάξει κάποια στιγμή στο μέλλον. Μέχρι τότε για κάθε περίπτωση Καμαρά ή Σισέ, υπάρχει ένας και μόνο δρόμος: Πουλάς κι ας φωνάζει όποιος θέλει

Σε αυτή την κατεύθυνση, η «υποχρέωση» της κάθε ομάδας είναι μια και μόνο: Να πετύχει την υψηλότερη δυνατή -ρεαλιστικά- τιμή πώλησης, φροντίζοντας να καλύψει το αγωνιστικά κενό με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Αυτό βέβαια είναι ένα άλλο, ξεχωριστό και συνάμα μεγάλο κεφάλαιο...